(ΟΜΙΛΙΑ ΤΩΝ ΣΑΒΒΑΪΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΠΟΥ ΕΣΤΑΛΗ ΣΤΟ ΕΤΗΣΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΟΝΑΧΩΝ-ΜΟΝΑΖΟΥΣΩΝ ΣΤΟ ΣΟΥΠΡΑΣΛ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ -ΣΕΠΤ.2012)
Ἡ Ἱερά καί Σεβάσμια Λαύρα τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας ἀποτελεῖ μοναδικό φαινόμενο στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία. Ἐπί 1.500 καί πλέον ἔτη συνεχοῦς μοναστικῆς ζωῆς ὑπῆρξεν ἀναμφιβόλως μία θεόκτιστος ἔπαλξις καί φάρος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς. Ὅπως πολύ σωστά ἔχει ἐπισημανθεῖ, ἡ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα εἶναι ἡ πριγκίπισσα πασῶν τῶν Μονῶν καί τό πρότυπο παράδειγμα μοναχικῆς βιοτῆς.
Ὑπῆρξε πρωτοπόρος στήν διαμόρφωση τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας, τοῦ Τυπικοῦ καί τῆς Ἱερᾶς Ὑμνογραφίας. Ἀνέδειξε στό νοητό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας πλῆθος ἁγίων, Ἱεραρχῶν, Ὁμολογητῶν, Ἀναχωρητῶν, Ὁσίων Κοινοβιοτῶν, Διδασκάλων, Θεολόγων καί Μαρτύρων.
Ἅγιοι τῆς Λαύρας -ἐκτός τοῦ Ὁσίου, Θεοφόρου Πατρός καί κτήτορος αὐτῆς, Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου- εἶναι:
-ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Μέγας Δογματικός Θεολόγος,
Ὁμολογητής καί Ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας
(4 Δεκεμβρίου)
-ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Μελωδός, ἐπίσκοπος Μαϊουμά, θετός ἀδελφός τοῦ Ἁγίου Δαμασκηνοῦ καί Μέγας -ἐπίσης- Ὑμνογράφος
(14 Ὀκτωβρίου)
-ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ἐπίσκοπος Κολωνίας, ὁ Ἡσυχαστής
(3 Δεκεμβρίου)
-οἱ Ὅσιοι αὐτάδελφοι καί Ὁμολογηταί Θεόδωρος καί Θεοφάνης, οἱ Γραπτοί
-ὁ ἅγιος Θεόδωρος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἐδέσσης τῆς Συρίας, ὁ θαυματουργός καί συγγραφεύς
-ὁ ἅγιος Μιχαήλ, ὁ Ὁσιομάρτυς καί ἀνηψιός τοῦ ἁγίου Θεοδώρου (19 Ἰουλίου)
-ὁ ὅσιος Ξενοφῶν, μετά τῆς συμβίας του Μαρίας καί τῶν υἱῶν αὐτῶν, Ἀρκαδίου καί Ἰωάννου
-ὁ ἅγιος Ἀνδρέας, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης, ὁ Ἱεροσολυμίτης καί ποιητής τοῦ Μεγάλου Κανόνος
-οἱ ἅγιοι Στέφανοι (ὁ Μελωδός καί ὁ θαυματουργός)
-ὁ ὅσιος Ἀντίοχος, ὁ Πανδέκτης (24 Δεκεμβρίου)
-ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος, ὁ Πέρσης (22 Ἰανουαρίου)
-ἡ ὁσία Σοφία, ἡ μήτηρ τοῦ ἁγίου Σάββα
-τό πλῆθος τῶν Ὁσιομαρτύρων Ἀββάδων, τῶν ἀναιρεθέντων ὑπό διαφόρων βαρβάρων ἐπιδρομέων καί πολλοί ἐπιπλέον ἐπώνυμοι καί ἀνώνυμοι Ὅσιοι Πατέρες καί Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἑορτάζονται πανηγυρικῶς σέ κοινή Σύναξη τήν Γ΄ Κυριακήν, μετά τήν Πεντηκοστήν.
Ὅλοι τους συναποτελοῦν τήν δόξα καί τό καύχημα τῆς Λαύρας καί μέχρι σήμερα στηρίζουν, εὐλογοῦν καί ἁγιάζουν -διά τῶν Ἱερῶν τους λειψάνων- τούς ἑκάστοτε ἐνασκουμένους πατέρες.
Ἄν θελήσουμε -ἐν συντομία- νά χαρακτηρίσουμε τήν Ἱστορία τῆς Λαύρας, θά λέγαμε ὅτι συγκροτεῖται ἀπό τρία κυρίως στοιχεῖα: ἱδρῶτες, δάκρυα καί αἵματα.
Καί πρῶτα ἔρχονται οἱ ἱδρῶτες πάντων τῶν -ἐξ ἀρχῆς μέχρι σήμερα- ἀσκησαμένων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἐκοπίασαν μέσα στόν καύσωνα τῆς ἐρήμου καί ὡς ποταμούς προσέφεραν -καί προσφέρουν- στόν Κύριο τούς κόπους τῆς ἀσκήσεως, τῆς διακονίας καί τῆς μετανοίας.
Ἔπειτα ἔρχονται οἱ πηγές τῶν δακρύων, οἱ ὁποῖες ἑνωμένες μέ τό -κατά Θεόν- πένθος, τήν μετάνοια καί τούς ἱδρῶτες τῆς ἀσκήσεως, ἐγεώργησαν τό ἄγονον τῆς ἐρήμου τῶν ψυχῶν καί ἐκαρποφόρησαν ἑκατονταπλάσια τούς καρπούς τῶν ἐνθέων ἀρετῶν.
Εἶναι ἀκόμη καί τά πάνσεπτα μαρτυρικά αἵματα, τῆς ἀθλήσεως τῶν μακαρίων Ἀββάδων, οἱ ὁποῖοι ἐτελείωσαν τόν καλόν τους ἀγώνα ἤ μᾶλλον ἐτελειώθησαν διά τοῦ μαρτυρίου στήν -κατά τόν Θεόν καί τόν πλησίον- ἀγάπη.
Κάθε σπιθαμή γῆς, κάθε ὀπή καί σπήλαιον τῆς ἐρήμου, κάθε πέτρα καί σχισμή βράχου, εἶναι ποτισμένα μέ τά αἵματα, τά δάκρυα καί μέ τούς ἱδρῶτες τῶν θεοφόρων Πατέρων καί γι΄αὐτό ἀποτελοῦν ἑστίες ἁγιασμοῦ γιά τόν κάθε πιστόν προσκυνητήν τῆς Ἁγίας Γῆς.
Ἐκεῖνος ὅμως πού ὑπῆρξε ἡ αἰτία καί ἡ ἀρχή τῆς θαυμαστῆς Ἱστορίας τῆς Λαύρας -ἀνά τούς αἰῶνες- εἶναι ἀσφαλῶς ὁ Μέγας καί Θεοφόρος Πατήρ ἠμῶν Σάββας ὁ Ἡγιασμένος, τό καύχημα τῶν ἀναχωρητῶν, ἡ δόξα τῶν Μοναχῶν, ὁ φωστήρ τῆς Οἰκουμένης, ὁ ὁποῖος μέ πλῆθος θαυμάτων φωτίζει κάθ΄ἑκάστην τά σύμπαντα καί διά τοῦ ἀφθάρτου αὐτοῦ Λειψάνου καθωραϊζει, ἁγιάζει καί στηρίζει τήν Ἱερά Λαύρα καί τούς Μοναχούς της.
Ὁ πρῶτος πυρήνας τῆς Λαύρας δημιουργεῖται ἀπό ἑβδομήντα ἀναχωρητές, οἱ ὁποῖοι συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπό τόν ἅγιο, περί τό 483 μ.Χ. καί ἑξῆς. Ἡ Λαύρα τότε μεταφέρεται στήν δυτική πλευρά τοῦ Χειμάρρου τῶν Κέδρων, ὅπου καί κτίζεται ἡ «Θεόκτιστος» Ἐκκλησία πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Λίγο ἀργότερα οἰκοδομεῖται ὁ μεγάλος κεντρικός ναός (τό καθολικό), ἀφιερωμένος στόν Εὐαγγελισμόν τῆς Θεοτόκου, καί τά ὑπόλοιπα κτίσματα πρός ἐξυπηρέτησιν τοῦ αὐξανομένου πλήθους τῶν Μοναχῶν.
Ἡ Μεγίστη Λαύρα ἀπετέλεσε τό πρότυπο κατά τόν βίον καί τό λειτουργικό τυπικό της καί γιά τίς ἄλλες τρεῖς λαῦρες καί τά ἕξι κοινόβια, τά ὁποῖα ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Σάββας ἵδρυσε μέχρι τόν θάνατό του.
Ἡ ζωή τοῦ ἁγίου ὑπῆρξεν ὄντως πανοσία καί ἀγγελική. Ἀπό τήν νηπιακήν του ἡλικία ὁ ἅγιος Σάββας ἀφιερώθηκε στόν Θεό. Ἀπό τά ὀκτώ του χρόνια εἰσῆλθε στό κοινόβιο τῶν Φλαβιανῶν, στήν πατρίδα του τήν Καππαδοκία. Πάντοτε, καί μέχρι τέλους τῆς ἐπιγείου βιοτῆς του, ὑπῆρξε παράδειγμα ἐγκράτειας, ὑπακοῆς καί ταπεινοφροσύνης.
Ὅταν ἦταν νέος μοναχός ἐπιθύμησε, ἐκτός τῆς εὐλογημένης ὥρας τοῦ φαγητοῦ, ἕνα μῆλο ἀπό τόν κῆπο. Τότε τιμωρώντας τόν ἐαυτόν του, γιά τήν παράκαιρη ἐπιθυμία αὐτή, ἔβαλε κανόνα τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του νά μήν ξαναφάγει ποτέ μῆλο, γεγονός πού τηρεῖται μέχρι σήμερα ἀπό ὅλους τούς Μοναχούς τῆς Λαύρας.
Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ὁ ἅγιος ἀκολουθώντας τίς διατάξεις τῶν παλαιοτέρων Ἁγίων -Ἀντωνίου, Παχωμίου καί Βασιλείου τῶν Μεγάλων- ὅρισε ἡ Μονή (ἡ Λαύρα) νά εἶναι ἄβατος γιά πρόσωπα τοῦ γυναικείου φύλου. Αὐτή ἐξάλλου ὑπῆρξε ἀνέκαθεν ἡ ἐπίσημη βασική γραμμή στήν Ἐκκλησιαστική ἀλλά καί στήν πολιτική νομοθεσία, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἰουστινιανοῦ (Νεαρά 133, κανόνες 47 & 18 τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων Πενθέκτης & Ζ΄ ἀντιστοίχως), καί μέχρι τίς ἡμέρες μας διατηρεῖται σέ πλῆθος Ἱερῶν Μονῶν. Ὅλα σχεδόν τά Μοναστηριακά Τυπικά υἱοθετοῦν καί ὑπογραμμίζουν τήν αὐστηρή ἀρχή τοῦ «ἀβάτου» σέ πρόσωπα τοῦ ἄλλου φύλου, ἄνδρες ἤ γυναῖκες.
Κυρίως ὅμως τό «ἄβατον» ἀπορρέει θεμελιωδῶς ἀπό τήν μοναχικήν ὑπόσχεσην κάθε Ὀρθοδόξου Μοναχοῦ ἤ Μοναχῆς κατά τήν κουρά του/της, νά τηρήσει τήν παρθενία (ἁγνεία σώματος καί ψυχῆς). Ἡ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα μέχρι σήμερα, πιστή κατά πάντα στήν παράδοση τῶν Θεοφόρων Πατέρων, τηρεῖ ἀνεξαιρέτως τήν ἀρχήν τοῦ «ἀβάτου», ὄχι ἀπό μίσος ἤ ἀποστροφή πρός τίς γυναῖκες –ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ κατήγοροι, οὔτε ἁπλῶς ὡς θέμα ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων ἤ ὡς ἱστορικό καί πολιτιστικό κειμήλιο, ἀλλά θέλοντας νά προβάλλει καί τήν βαθιά θεολογική καί ἐσχατολογική προοπτική τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στόν σύγχρονο ἐκκοσμικευμένο κόσμο.
Ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα προβλήματα γιά τήν Λαύρα ὑπῆρξε ἀπαρχῆς ἡ ἔλλειψις νεροῦ. Ὁ ἅγιος ἀναγκάζεται νά καταφύγει στήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, διά τῆς προσευχῆς, καί ὤ τοῦ θαύματος!, στήν βάση τῆς Μονῆς, δίπλα ἀπό τόν χείμαρρο, βλέπει ἕναν ἄγριο ὄνο νά σκάβει τό μέρος καί ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἀναβλύζει μέσα ἀπό τόν ἄγονο βράχο νερό, διαυγέστατο καί δροσερό, ἀπό τό ὁποῖο πάντοτε ἔπιναν καί πίνουν οἱ ἀδελφοί τῆς Μονῆς.
Εἶναι τό λεγόμενο Ἁγίασμα τοῦ Ἁγίου Σάββα, τό ὁποῖο μεταφέρεται καθημερινά μέ κόπο σέ δοχεῖα τῶν 20-30 λίτρων ἀπό τούς ἀδελφούς, καί δίνεται ὡς εὐλογία στούς προσκυνητές. Ἔχει -μεταξύ τῶν ἄλλων- καί ἰαματικές ἰδιότητες. Ἐπειδή ὅμως τό ἁγίασμα εἶναι ἐλάχιστο καί χρησιμεύει πρός πόσιν μόνον ἀπό τούς Μοναχούς, ἡ Λαύρα διαθέτει μεγάλες δεξαμενές νεροῦ (=στέρνες), στίς ὁποῖες συγκεντρώνεται βρόχινο νερό, τό ὁποῖο προορίζεται γιά πότισμα, χώρους ἀναγκαίους καί ἄλλες ἐργασίες, ἀλλά καί γιά τό πλῆθος τῶν προσκυνητῶν, ἰδιαιτέρως τά τελευταῖα ἔτη (ὡς πόσιμο, δηλαδή, νερό).
Ἀξίζει ἐδῶ -παρεμβατικά- νά ἀναφερθοῦμε καί στό θέμα τῆς ἀλουσίας τῶν Μοναχῶν τῆς Λαύρας, μία εὐλαβική ἀσκητική συνήθεια αἰώνων, πού στίς ἡμέρες μας τείνει δυστυχῶς -στά μοναστήρια τοῦ κόσμου- νά ἐκλείψει. Οἱ Πατέρες, ὅπως σέ ὅλα τά θέματα τῆς ἀσκήσεως, πρόσεχαν ἰδιαιτέρως νά περικόπτουν τήν σωματική ἀνάπαυση καί περιποίηση, τήν ὑπέρ τό δέον. Γι΄αὐτό, μαζί μέ τήν ἐγκράτεια στίς τροφές, στά λόγια καί γενικά σέ ὅλες τίς αἰσθήσεις, ἀρνοῦνταν ἑκουσίως νά γυμνώσουν τό σῶμα, νά τό ἐγγίζουν ἤ καί νά βλέπουν τά γυμνά μέλη του, ἀποσκοπώντας νά διαφυλάξουν ἀμόλυντη τήν σωφροσύνη καί νά ἔχουν ὅλον τόν νοῦ καί τήν καρδία τους στήν προσευχή καί τήν θεωρία τῶν Οὐρανίων.
Ποιός μπορεῖ νά διηγηθεῖ ἐπαξίως καί ἐπακριβῶς τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες, τούς πειρασμούς καί τά θαύματα πού ὁ Θεός ἐνεργοῦσε καί ἐνεργεῖ μέχρι τώρα, διά μέσου τοῦ ἁγίου Του;
ΑΠΟ... www.jp-newsgate.ne
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.