Γεννήθηκε στην Ηρακλείτσα της Ανατολικής Θράκης το 1862 από γονείς φτωχούς. Δωδεκάχρονος έρχεται στό Άγιον Όρος, στη σκήτη της Άγιας Άννης, στην Καλύβη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Δοκιμάζεται επί μία δωδεκαετία, μαθαίνει την αγιογραφία καί τή βυζαντινή μουσική καί μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα, στη μονή τού Χοζεβά, στον Άθωνα για τρία χρόνια (1894-97) καί ξαναγυρίζει στα Ιεροσόλυμα, όπου μένει μέχρι το 1916, ασκητεύοντας κυρίως στις όχθες τού Ιορδάνη καί, για ένα μικρό διάστημα, στη μονή τού Αγίου Σάββα τού Ηγιασμένου. Στη συνέχεια ζει δύο χρόνια στην Πάτμο, για λίγο πάλι στό Άγιον Όρος καί πηγαίνει στην Αίγινα, κοντά στον άγιο Νεκτάριο. Ασκείται μαζί του καί μετά την κοίμηση τού άγιου μένει σαράντα ήμερες κλεισμένος στό κελλί του. Με νηστεία καί προσευχή αγιογραφεί την πρώτη εικόνα τού θεοφόρου Νεκταρίου καί την παραδίδει στό ναό για προσκύνηση.
Το έτος 1926 ή 1928 μεταβαίνει στην Κάλυμνο καί ζει με αξιοθαύμαστη άσκηση καί νήψη στη μονή των Αγίων Πάντων μέχρι την οσιακή κοίμηση του το 1948. Γίνεται ο φιλόστοργος πατέρας τών εκεί μοναζουσών, αλλά καί όλων των κατοίκων του νησιού με τον ελεήμονα λόγο του, τον παραμυθητικό, τον ειλικρινή, τον βιωματικό, τον θεόσδοτο. Ό αυστηρός βίος του, η συνεχής προσευχή του, η διάκριση, η φιλανθρωπία του έλκουν τα πλήθη πλησίον του.
Στις 7 Απριλίου 1957 έγινε η ανακομιδή του αγίου λειψάνου του, από τον μητροπολίτη Καλύμνου Ισίδωρο, το όποιο βρέθηκε σώο, αδιάφθορο, να εκπέμπει άρρητη ευωδία καί να επιτελεί πολλά θαύματα. Ό όσιος Σάββας θεωρείται πολιούχος της Καλύμνου. Κατά τον μητροπολίτη Καλύμνου Νεκτάριο, είναι «το γέννημα της Γανοχώρας, το βλάστημα του Αγίου Όρους, το ανάστημα του Οσίου Πατρός Νεκταρίου, το καύχημα της ενδόξου Καλύμνου, ο έφορος της παλαιφάτου Μονής τών Αγίων Πάντων, της άκρας ταπεινώσεως ο εργάτης, της νοεράς προσευχής ο ανύστακτος υπηρέτης, ο άφθαστος νηστευτής, ο ανυπέρβλητος της μοναχικής πολιτείας αγωνιστής, ο ακαταμάχητος της Εκκλησίας υπερασπιστής, τών ασθενούντων ο ιατρός καί πάντων τών εν κινδύνοις απροσμάχητος βοηθός, κατετάγη εις στεφανηφόρον χορείαν τών εν ασκήσει λαμψάντων. Ό άσημος εδοξάσθη, ο δενδρολιβανοβίωτος κατέστη συνδαιτημών θεϊκής τραπέζης, ο έχων μόνην κτίσιν σκούφον καί κομβοσχοίνιον, ράβδον καί ταγάριον, κατά το αγιορειτικόν έθος, ανυψώθη εις την φωτιστικήν τάξιν τών φίλων τού πανοικτίρμονος Θεού».
Ακολουθίες πρός τιμή του έγραψαν ο μητροπολίτης Καλύμνου Ισίδωρος καί ο υμνογράφος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Αυτές, μαζί με βιογραφικά στοιχεία, προφορικές καί γραπτές μαρτυρίες για την πολιτεία τού αγίου, θαύματα, φωτογραφίες καί εικόνες του, εξέδωσε ο θεολόγος Βασίλειος Παπανικολάου το 1975. Χαιρετισμούς συνέθεσε ο Υμνογράφος, Καθηγητής Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας. Η επίσημη αναγνώριση της αγιότητας του έγινε διά Πράξεως τού Οικουμενικού Πατριαρχείου της 19 Φεβρουαρίου 1992
Ὁ ὅσιος Σάββας (+7 Ἀπριλίου) ἦλθε στό Ἅγιον Ὄρος τό 1874 ὅπου καί ἐγκαταβίωσε στήν Καλύβη τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς σκήτης Ἁγίας Ἄννης. Μετά ἀπό δωδεακαετή ἄσκηση ἐκεῖ ὅπου καλλιέργησε τήν ἁγιογραφία καί τή βυζαντινή ψαλτική τέχνη, ἀναχωρεῖ γιά τούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου ἀσκεῖται στή μονή Ἁγ. Γεωργίου Χοζεβᾶ. Στή συνέχεια ἐπανέρχεται γιά λίγο στόν Ἄθωνα (1894-1897), ἐπανακάμπτει στούς Ἁγίους Τόπους (ἀσκήθηκε στόν Ἰορδάνη καί στή Λαύρα τοῦ Ἁγ. Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου) μέχρι τό ἔτος 1916. Στή συνέχεια, ἀφοῦ ἔζησε δύο χρόνια στήν Πάτμο, καί πάλι στό Ἅγιον Ὄρος, μετέβη στό νησί τῆς Αἴγινας, ὅπου συναναστράφηκε τόν ἅγιο Νεκτάριο πρ. Πενταπόλεως τόν θαυματουργό... Ἄς μεταφερθοῦμε ὅμως στήν πανηγυρίζουσα σήμερα (μέ τό ἀθωνικό ἡμερολόγιο) Καλύβη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. " Ἐδῶ ἔζησε ὁ Δωδεκανήσιος γέρων Μιχαήλ, ἀπό τό 1922 που καί κοινοβίασε. Ἦταν πολύ ἐνάρετος μοναχός, ἐπιμελέστατος στά πνευματικά, φιλακόλουθος καί φιλάδελφος στό ἔπακρον. Ἦταν καλός ἁγιογράφος καί εἶχε θεῖο ζῆλο γιά τήν θεοφιλῆ αὐτή ἐργασία. Ὁ Θεός μάλιστα εὐδόκησε, δύο ἀπό τίς εἰκόνες του, τοῦ ἁγίου Σάββα τοῦ ἐν Καλύμνῳ καί τοῦ ἁγίου Νεκταρίου τοῦ ἐν Αἰγίνῃ, νά συνδεθοῦν μέ θαυμαστά γεγονότα. Συγκεκριμένα, τό 1959, ἡ ἡγουμένη τῆς μονῆς τῶν Ἁγίων Πάντων στήν Κάλυμνο, πού φυλάσσεται τό ἅγιο λείψανο τοῦ ἁγίου Σάββα, παρήγγειλε στό γέροντα Μιχαήλ (ὁ ὁποῖος, νά σημειώσουμε, καταγόταν ἀπό τή γειτονική Σύμη) νά τοῦ στορήσει τήν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Σάββα. Ἐκεῖνος ὅμως μήν ἔχοντας πρότυπο καί μή γνωρίζοντας τή μορφή του, παρακάλεσε τόν Ἅγιο νά τόν φωτίσει στήν ἁγιογράφησή του. Ὅταν ἀργότερα ἡ εἰκόνα στάλθηκε στήν Κάλυμνο, ἡ καμπάνα τῆς μονῆς ἄρχισε νά κτυπᾶ ἀπό μόνη της, ἀπό τή στιγμή πού ἔφθασε στό λιμάνι τό πλοῖο, μέχρι τήν ἑπομένη πού ἔφεραν τήν εἰκόνα στή μονή. Πρόκειται γιά τήν παλαιότερη εἰκόνα πού ἱστορεῖ τήν ἱερή μορφή τοῦ ἁγίου Σάββα. Ὅσο γιά τόν ἅγιο Νεκτάριο, αὐτός τόν θεράπευσε -ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος τοῦ ἀποκάλυψε- ἀπό ἀσθένεια πού ἐκδηλώθηκε κατά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τή Ρόδο, ὅπου εἶχε μεταβεῖ γιά νά παραδώσει τήν εἰκόνα του σέ ναό ἀφιερωμένο στόν ἅγιο Νεκτάριο· ναό πού κι αὐτός πάλι εἶχε κτιστεῖ κατ' ἐπιθυμία τοῦ ἴδιου τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ''.
Ἀπό τό βιβλίο τοῦ γράφοντος: Ἁγιασμένες μορφές τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἀπό τόν ὅσιο Μάξιμο ὥς τόν γέροντα Ποφύριο, ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2007
ΣΥΝΤΟΜΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΣΑΒΒΑ ( τό ἑπόμενο κείμενο ἀναρτήθηκε ἀπό τή μονή Παναγίας Ὑψενῆς)
Ο Όσιος Σάββας ο Νέος, κατά κόσμο Βασίλειος, γεννήθηκε το έτος 1862 στην Ηρακλείτσα της περιφέρειας Αβδίμ της Ανατολικής Θράκης από πτωχούς και απλοϊκούς γονείς, τον Κωνσταντίνο και τη Σμαραγδή. Βασίλειος μεγάλωσε έχοντας βαθιά πίστη και μεγάλη ευσέβεια και προσπαθώντας να μιμηθεί την άσκηση των Αγίων της Εκκλησίας μας. Σε ηλικία δώδεκα ετών ο Βασίλειος διαπίστωνε καθημερινά ότι το επάγγελμα που ασκούσε δεν ήταν στα μέτρα του και ποθούσε μια άλλη ζωή. Ήθελε να ζήσει μόνο για τον Χριστό και να ακολουθήσει την οδό της μοναχικής πολιτείας. Έτσι έλαβε πλέον την αμετάκλητη απόφαση να φύγει, εγκαταλείποντας τα εγκόσμια. Κατευθύνεται στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου επί δώδεκα έτη ζει πλέον με προσευχή και αυστηρή άσκηση.Έντονη ήταν και η επιθυμία του Οσίου να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, την οποία πραγματοποιεί αφού πρώτα διέρχεται από την γενέτειρά του. Δέος τον καταλαμβάνει καθώς αντικρίζει τον Πανάγιο Τάφο. Ελπίζοντας πάντα στην βοήθεια του Θεού, εισέρχεται στην ιερά μονή του Αγίου Γεωργίου Χοζεβά, όπου έπειτα από τριετή ενάρετο βίο κείρεται μοναχός το 1890 και αργότερα, το έτος 1894, αποστέλλεται από τον ηγούμενο της μονής, Καλλίνικο, στην Σκήτη της Αγίας Άννης, κοντά στον αρχιμανδρίτη Άνθιμο, για να ασκηθεί στην αγιογραφία. Το 1902 χειροτονείται διάκονος και το επόμενο έτος πρεσβύτερος. Διακονεί δε μέχρι το έτος 1906 ως εφημέριος της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, όπου γνωρίζεται με τον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο οποίος έλεγε για τον Άγιο Σάββα στον Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό, πριν ακόμη ο Άγιος κοιμηθεί: «Να ξέρεις, Γεράσιμε, ότι ο πατήρ Σάββας είναι άγιος άνθρωπος».Το έτος 1907 επανέρχεται στη μονή Χοζεβά, όπου διάγει βίο ασκητικό με τέλεια υποταγή στους ασκητικούς κανόνες, άκρα ταπείνωση, χαμαικοιτία, στέρηση παντός υλικού αγαθού, ακολουθώντας το πατερικό «ο ακτήμων μοναχός, υψιπέτης αετός». Η τροφή του ήταν μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι και νερό από τον ποταμό.Το έτος 1916 επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, μεταβαίνει στη νήσο Πάτμο, όπου διαμένει δύο χρόνια και ιστορεί δύο εικόνες στο Καθολικό της μονής. Έπειτα έρχεται στην Αθήνα, όπου πληροφορείται ότι τον αναζητεί ο Άγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Μεταβαίνει στην Αίγινα και διακονεί τον Άγιο μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του. Η συγκαταβίωση με τον Άγιο Νεκτάριο συνέβαλε στην πνευματική του πρόοδο. Γνώρισε την αυστηρή άσκηση του Αγίου Νεκταρίου, την παροιμιώδη ταπείνωσή του, την απλότητά του. Έζησε το πρώτο θαύμα του Αγίου, όταν μετά την κοίμησή του είδε τον Άγιο να κλίνει την κεφαλή του προκειμένου να του φορέσει το πετραχήλι του και να επανέρχεται κατόπιν στην θέση της. Επί τρεις συνεχείς ημέρες οι αδελφές της μονής στην Αίγινα άκουγαν συνομιλίες από τον τάφο του Αγίου, όταν δε πλησίασαν, είδαν εκεί τον Όσιο Σάββα να συνομιλεί με τον Άγιο Νεκτάριο. Ο Όσιος έμεινε έγκλειστος στο κελί του για σαράντα ημέρες. Κατά την τεσσαρακοστή ημέρα εξήλθε κρατώντας μία εικόνα του Αγίου Νεκταρίου, την οποία ενεχείρησε στην ηγουμένη με την εντολή να την τοποθετήσει στο προσκυνητάρι. Η ηγουμένη απάντησε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό να γίνει, διότι ο Άγιος δεν είχε αναγνωρισθεί επίσημα από την Εκκλησία και μια τέτοια ενέργεια ίσως να έθετε τη μονή σε διωγμό. Τότε ο Όσιος Σάββας της είπε επιτακτικά: «Οφείλεις να κάνεις υπακοή. Να πάρεις την εικόνα, να την βάλεις στο προσκυνητάρι και τις βουλές του Θεού να μην τις περιεργάζεσαι».Στην Αίγινα δεν μπορεί πλέον να μείνει, διότι προσέρχεται πολύς κόσμος και αυτό κουράζει τον φιλήσυχο Όσιο. Μεταβαίνει στην Αθήνα και κατόπιν στην Κάλυμνο, όπου μετά από περιπλάνηση στις μονές και τα ησυχαστήρια του νησιού, καταλήγει στη μονή των Αγίων Πάντων. Εκεί αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφεί, τελεί τα Θεία Μυστήρια και τις Ιερές Ακολουθίες, εξομολογεί, διδάσκει διά του στόματος και διά του παραδείγματός του και βοηθάει χήρες, ορφανά και φτωχούς. Ήταν επιεικής και εύσπλαχνος με τις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν όμως την βλασφημία και την κατάκριση. Πολλές φορές δάκρυζε και με πόθο παρακαλούσε για την μετάνοια των πνευματικών του τέκνων, κατά δε τη Θεία Λειτουργία είχε τέλεια προσήλωση στο συντελούμενο μυστήριο. Αξιώθηκε της ευωδίας του σώματός του εν ζωή, καθώς και το πέρασμά του ήταν ευώδες, ευωδία η οποία θα εξέλθει και από το μνήμα του μετά την εκταφή του. Χρήματα δεν κρατούσε ποτέ, η ζωή του ήταν μια συνεχής κατάσταση αγίας υπακοής. Κατ' αυτόν τον τρόπο συμπλήρωσε τις ημέρες της επίγειας ζωής του, με άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη, ενώ λίγο πριν το τέλος η τελευταία φράση του ήταν «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος». Η ομολογία αυτή ήταν η βεβαίωση της εν Χριστώ πορείας του. Μετά από δέκα έτη, έγινε η ανακομιδή των αγίων και χαριτόβρυτων λειψάνων του, στις 7 Απριλίου 1957 , προεξάρχοντος του μακαριστού Μητροπολίτου Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας κυρού Ισιδώρου, ενώπιον πλήθους λαού. Ένα πυκνό νέφος θείας ευωδίας κάλυψε ολόκληρη την περιοχή και το νέο για το θεϊκό σημείο έκανε αμέσως το γύρο του νησιού. Το ιερό λείψανο του Οσίου μεταφέρθηκε σε λάρνακα, στο παρεκκλήσι του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου.Η επίσημη αγιοποίηση του Οσίου Πατρός ημών Σάββα του Νέου έγινε διά Πατριαρχικής Συνοδικής Πράξεως της 19ης Φεβρουαρίου 1992.
ΠΗΓΗ......http://agioritikesmnimes.blogspot.gr/2012/04/1054-1862-1948.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.